ΕΓΙΝΕΣ ΚΟΙΝΟΧΡΗΣΤΟΣ ΚΑΙ ΦΕΥΓΩ


Ξεκίνησα σκεπτόμενη να σου γράψω κάτι πολύ
μικρό για να σε αποχαιρετήσω. Να φύγω χωρίς αντίο και βαρύγδουπες δηλώσεις. Χωρίς
πισωγυρίσματα, χωρίς μηνύματα, χωρίς τηλεφωνήματα. Και χωρίς κλάματα. Δεν θέλω
να με θυμάσαι να κλαίω. Όχι πια.
Και ξεκίνησα να γράφω, χωρίς αρχή και μέση,
ξέροντας μόνο το τέλος. Το τέλος που αυτή τη φορά θα προλάβω και θα το γράψω
εγώ.
Το έκανα και στο παρελθόν θυμάμαι. Είχα
καταφέρει να φύγω μακριά σου. Όμως γύρισα ξανά, όταν εσύ με χρειάστηκες. Γύρισα
παρ’ όλες τις πληγές που μου είχες αφήσει. Γύρισα, γιατί σ’ αγαπούσα τόσο δυνατά,
που η αγάπη μου τα γιάτρεψε όλα αυτά, αφήνοντάς με να πέσω πάλι στην αγκαλιά
σου. Προσφέροντάς μου λίγη ακόμα ευτυχία μαζί σου, κι ένα ακόμα δώρο: τη λήθη.
Όμως οι πληγές, ακόμα κι αν ξεχαστούν,
ακόμα κι αν γιατρευτούν, αφήνουν πάντα σημάδια. Κι εσύ μετά από λίγο καιρό, άρχισες
πάλι να τα γρατζουνάς, μέχρι που μάτωσαν ξανά. Κι οι πληγές τώρα έγιναν πιο
βαθιές. Νομίζω αυτή τη φορά έφτασαν μέχρι την καρδιά. Και δεν κλείνουν οι πληγές
αυτές πια...
Μόλις στάθηκες ξανά στα πόδια σου, άρχισες
τα ίδια. Όσα κι αν σου προσέφερα, ποτέ δεν τα έβρισκες αρκετά. Θέλησες
παράλληλα να τα ζητάς κι αλλού. Τα ίδια? Περισσότερα? Λιγότερα? Δεν ξέρω… Απλά δεν σου έφτανα. Κι ας το γνώριζα, κι ας το έπαιζα χαζή για να μη σε χάσω. Δεν
ήθελα να το βάλω κάτω, επέμενα, έκανα υπομονή, πολλές φορές έχανα την αξιοπρέπειά
μου, όλο μου τον εαυτό.
Κι έμενα εκεί… στη σκιά σου. Δυο μάτια να
σε κοιτάζουν με πόθο, μια καρδιά να χτυπάει από αγάπη, ένα στόμα να λαχταράει
τα φιλιά σου, ένα κορμί να τρέμει από το άγγιγμά σου. Έμενα εκεί, να σε προσέχω
σιωπηλά, διακριτικά, μην σε θυμώσω, μην χαλάσω το «εγώ» σου. Έμενα εκεί, στις δυσκολίες να σου σκουπίζω τα μάτια. Έμενα εκεί,
όταν αρρώσταινες να σε σκεπάζω τα βράδια. Έμενα εκεί, χαϊδεύοντας τους φόβους
σου, μεγαλώνοντας τους δικούς μου. Γιατί ήξερα πως πολεμάω μόνη σε μια μάχη,
που ήταν τελικά χαμένη εξ’ αρχής.
Δεν έθεσα τα όριά μου ποτέ, κι εσύ πάτησες
πάνω σε αυτό. Με ποδοπατούσες, όσο εγώ σε λάτρευα. Και κατάλαβα πως δεν θ’ αλλάξει ποτέ. Δεν θ’ αλλάξεις εσύ. Έτσι
μεγάλωσες, έτσι έμαθες, έτσι βολεύτηκες. Να μοιράζεσαι σε πολλές αγκαλιές, σε
πολλές υποσχέσεις, σε πολλά βράδια. Να κρύβεσαι έτσι από τα κόμπλεξ σου. Να μην
σου φτάνει τίποτα και να ζητάς περισσότερα. Να αναλώνεσαι σε πολλά χάδια και
φιλιά, σε πολλά χέρια. Να γίνεσαι κοινόχρηστος.
Κι αγάπη μου, όσο εσύ γινόσουν
κοινόχρηστος, τόσο εγώ μάζευα τις δυνάμεις μου. Κι απόψε φεύγω. Σε αφήνω σε αυτές. Κι ας ξέρω πως δεν θα καταφέρουν να σε αγαπήσουν ποτέ όσο εγώ. Σε γνωρίζουν στα φώτα σου, θα σε αντέξουν στα σκοτάδια? Θα σε αντέξουν όταν καταλάβουν πως καμιά τους δεν είναι για σένα η μοναδική?
Φεύγω... Πριν προλάβεις να με αφήσεις ξανά εσύ.
Σχόλια
Δημοσίευση σχολίου